ΕΓΩ (΄Εργο,Γη & Ωκεανός)

  Σκόνταψα,έπεσα και γράφω για το χώμα
Το στόμα μου το γεύτηκε,τα μάτια είδαν το χρώμα
Και κάτι σαν έκτη αίσθηση έπιασε το νόημα
Τα πόδια μου ετρέμανε, τα χέρια μου ματώσανε
Και το κορμί μου τάχε ολότελα χαμένα,
καθώς το πνεύμα έφυγε, ταξίδεψε στα ξένα
σαν το νερό που ρέει δήθεν αδιάφορο στο ρέμα.

Τα όνειρά μου κόκκινα, στο αίμα βουτηγμένα,
το αίμα είναι αλλουνού;είναι δικό μου αίμα;
και σαν απάντηση διακρίνω αμυδρά στα σκοτεινά
κάποιον να μου κάνει νεύμα.
Το όνειρο ονειρεύεται;
Ασώματο πώς κείτεται στο στρώμα;

Mια νύξη άλλη είχα στο νου και χάθηκε το νόημα,
νόημα νοήματος κενό, μα πάλι μένει νόημα,
Και μ΄επιτάσσει ν΄ανεβώ στο ψηλότερο βουνό,
αντιτάσω το ΕΓΩ =΄Εργο, Γη & Ωκεανός,
αστέρια ως Αυγερινός, λαλεί, λαλεί ο πετεινός,
βραχνάδα στη βραχνάδα, το νόημα άνευ νοήματος
αργοπλέει στη μαβιά τη θάλασσα ν΄ανέβει στα Ουράνια
με φιδίσια σοφία, δόλο και πανουργία,
μα πέφτει σε παγίδα, μες στο πύρ του να καεί
Καθώς κουράστηκε πολύ
Σαν στάχτη να αναπαυτεί
Και κάποτε ν΄αναστηθεί.